MC MEDIA NETWORK

Advertisment

Η ΕΚΤ αποδεικνύει ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι κακοί καπιταλιστές

Advertisment

 


Η παγκόσμια συγχρονισμένη οικονομική ανάκαμψη έχει μετατραπεί σε μια παγκόσμια συγχρονισμένη οικονομική επιβράδυνση. Το outlook μοιάζει να γίνεται ολοένα και πιο γκρίζο μέρα με τη μέρα και οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες έχουν αφήσει να εννοηθεί πως ίσως χρειαστεί να κρατήσουν χαλαρές τις νομισματικές πολιτικές.

- Advertisement -

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δείξει ότι είναι πρόθυμη ακόμη και να αρχίσει να αγοράζει ξανά εταιρικά ομόλογα. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα φτάσει σε αυτό το σημείο, διότι αρχίζει να γίνεται ξεκάθαρο ότι οι Κεντρικοί Τραπεζίτες είναι κακοί καπιταλιστές.

Σκεφτείτε το παράδειγμα της γερμανικής AG Bayer, η οποία συμφώνησε να εξαγοράσει την Monsanto το Μάιο του 2016 αντί 66 δισ. δολαρίων στην μεγαλύτερη -τότε- συμφωνία σε μετρητά που είχε ανακοινωθεί ποτέ. Η συμφωνία ήταν εξαρχής αντιφατική καθώς η Bayer χρειαζόταν να αντλήσει δισεκατομμύρια δολάρια. Παραδοσιακά, αυτό σημαίνει πως η εταιρεία πρέπει να πάει σε ένα roadshow και να εξηγήσει το πλάνο της με μεγάλη λεπτομέρεια. Χωρίς αποδείξεις ενός αξιόπιστου σχεδίου, οι καπιταλιστές δεν αποχωρίζονται τα χρήματά τους.

Αλλά όχι η ΕΚΤ. Αυτό ακριβώς συνέβη τον Ιούνιο του 2016, όταν η κεντρική τράπεζα ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια για την τόνωση της οικονομίας της περιοχής αγοράζοντας εταιρικά ομόλογα βάσει μιας πρωτοβουλίας που ονομάζεται Πρόγραμμα Αγοράς Εταιρικών Ομολόγων (CSPP). Λοιπόν, πώς αποφάσισε η ΕΚΤ ποια εταιρικά ομόλογα να αγοράσει; Το CSPP θέσπισε τους ακόλουθους απλούς κανόνες για να πληρούν τα ομόλογα τις εξής προϋποθέσεις:

– Η εταιρεία να βρίσκεται εντός της ευρωζώνης και να έχει νόμισμα αναφοράς το ευρώ

– Να μην έχει σχέση με τα χρηματοοικονομικά, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε μητρικής εταιρείας (η ΕΚΤ είχε ήδη μεγάλη συμμετοχή στις τράπεζες)

– Να έχει επενδυτική βαθμίδα με διάρκεια μεταξύ 6 μηνών και 31 ετών

– Να μην έχει χρεόγραφα βασισμένα στα assets της

Πουθενά σε αυτούς τους κανόνες δεν υπήρχαν όροι σχετικά με τα ποσοστά κάλυψης, τα ποσοστά χρέους προς μετοχές, τη χρήση μετρητών ή τα σχέδια της διαχείρισης. Η ΕΚΤ άφησε τα θέματα αυτά στους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Όσο μια εταιρεία διατηρούσε την επενδυτική βαθμίδα στην αξιολόγησή της, ήταν αρκετά καλή για την ΕΚΤ. Την τελευταία φορά που οι επενδυτές ανέθεσαν επενδυτικές αποφάσεις σε οίκους αξιολόγησης με αυτόν τον τρόπο ήταν με τις υποθήκες από τις αρχές έως τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Αυτό προτού καταρρεύσει η αγορά κατοικίας, οδηγώντας σε μεγάλες αθετήσεις πληρωμών στα στεγαστικά δάνεια και οικοδομώντας τη χειρότερη οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Ύφεση. Μάθημα που δεν έχει μάθει η ΕΚΤ.

Η αγορά της Monsanto από τη Bayer δεν ήταν παρά προβληματική. Η εταιρεία δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι έχασε μια δεύτερη δίκη σχετικά με τους ισχυρισμούς ότι το ζιζανιοκτόνο Roundup που ήρθε με τη συμφωνία της Monsanto προκαλεί καρκίνο. Οι μετοχές της έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2012, αν και διατηρεί μια αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας για τώρα.

Η ΕΚΤ ήταν πολύ μυστικοπαθής σχετικά με το πρόγραμμα CSPP. Δημοσιεύει μόνο μία λίστα των τίτλων εταιρειών που κατέχει, αλλά όχι τα ποσά. Στην τελευταία μέτρηση, είχε 1.192 εταιρικά ομόλογα συνολικού ύψους 178 δισ. ευρώ (200 δισ. δολαρίων). Η Bayer βρίσκεται στη λίστα, αλλά το ποσό του χρέους που αγόρασε η ΕΚΤ για τη χρηματοδότηση της συμφωνίας με τη Monsanto είναι άγνωστο.

Η ΕΚΤ θα έπρεπε να ξέρει καλύτερα. Τον Σεπτέμβριο του 2015, πριν ξεκινήσει το CSPP, η ΕΚΤ αγόραζε δάνεια αυτοκινήτων, χρέος με εγγύηση περιουσιακά στοιχεία και δάνεια με τιτλοποίηση. Αυτό περιελάμβανε και το ομόλογο της Volkswagen, που ενεπλάκη στο σκάνδαλο με τις εκπομπές ρύπων στις ΗΠΑ για τα πετρελαιοκίνητα αυτοκίνητα. Πόσο σημαντική ήταν η ΕΚΤ για τη Volkswagen; Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα αναστείλει τις αγορές χρεογράφων της Volkswagen. Η κίνηση αυτή έβλαψε την ικανότητα της εταιρείας να αντλεί χρήματα.

Ή τον Ιανουάριο του 2018, όταν η ΕΚΤ αναγκάστηκε να πουλήσει το χρέος της Steinhoff International Holdings NV, μετά την υποβάθμιση της εταιρείας στη βαθμίδα “junk”, μετά από λογιστικές παρατυπίες. Τα φθηνά χρήματα της ΕΚΤ, που ήταν αποτέλεσμα και του προγράμματος που δεν “ρωτούσε” και πολλά, χρηματοδότησε, ενδεχομένως, και άλλες προβληματικές εταιρείες όπως η Arkema SA, η Proximus SADP και η Glencore Plc.

Τι λέει η ΕΚΤ για όλα αυτά; Η κεντρική τράπεζα διενήργησε πέρυσι μια μακροοικονομική μελέτη, η οποία συμπέρανε:

“Ευτυχώς, είναι πολύ σπάνιο να βρεθούν στοιχεία για δυσμενείς παρενέργειες στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και στη λειτουργία της αγοράς ως αποτέλεσμα του CSPP. Ειδικότερα, η ομαλή εφαρμογή του προγράμματος, που υποστηρίζεται από τον ευέλικτο ρυθμό αγορών του Ευρωσυστήματος και την προσαρμοστικότητά του στη δυναμική της πρωτογενούς αγοράς, διαφύλαξε τη λειτουργία της αγοράς των εταιρικών ομολόγων και τις συνθήκες ρευστότητας. Συνολικά, τα πορίσματα αυτά επιβεβαιώνουν την αξιολόγηση εφαρμογής του προγράμματος ως επιτυχή, υπό τις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς χωρίς στρεβλωτικές επιπτώσεις στην αγορά”.

Με άλλα λόγια, η ΕΚΤ πέφτει στην παγίδα των εσφαλμένων ιδεών της αγοράς ταύρων. Η αγορά ομολόγων όταν τα πράγματα είναι καλά θα φέρει καλά αποτελέσματα. Το ερώτημα είναι, το ότι δημιουργούν εύκολες στρεβλώσεις του χρήματος, ώστε οι εταιρείες να μπορούν να συμμετάσχουν, είναι αμφίβολη συμπεριφορά; Το τρέχον έπος της αγοράς της Mersanto από την Bayer, χάρη στην ΕΚΤ, υποδεικνύει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να εξετάσουν βαθύτερα το πραγματικό κόστος αυτού του προγράμματος. Εάν το κάνουν, μπορεί να μην τους αρέσει αυτό που θα δουν. Πηγή: sofokleous10.gr

Advertisment

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Advertisment
Advertisment

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Advertisment
Advertisment

BEST OF NETWORK

Advertisment
Advertisment